Σύνδρομο Eagle: Κλινικοπαθολογικά δεδομένα, διαγνωστική και θεραπευτική προσέγγιση.

 

Πούλιου Χ.1, Καραγιάννη Α.1, Χρονοπούλου Α.Μ.2, Κολόμβος Ν.3

1Προπτυχιακός φοιτητής Οδοντιατρικής Σχολής, ΕΚΠΑ 2Οδοντίατρος-DDS, Μεταπτυχιακή φοιτήτρια Χειρουργικής Στόματος, ΕΚΠΑ 3Επίκουρος Καθηγητής Στοματικής και Γναθοπροσωπικής Χειρουργικής, ΕΚΠΑ

 

Eagle’s syndrome: Clinical pathophysiology, diagnosis and medical treatment

Pouliou C.1, Karagianni A.1, Chronopoulou A.M.2, Kolomvos N.3

1Undergratuate student of Dental School, NKUA 2DDS, Oral Surgery Resident, NKUA 3Assistant Professor of Oral and Maxillofacial Surgery, NKUA

 

Εισαγωγή: Το σύνδρομο Eagle περιγράφηκε το 1937 και αφορά σε επιμήκυνση της βελονοειδούς απόφυσης ή/και οστεοποίηση του βελονοϋοειδούς συνδέσμου. Η αιτιολογία του είναι ασαφής, έχοντας ενοχοποιηθεί διάφοροι παράγοντες για την εμφάνισή του. Στο γενικό πληθυσμό κυμαίνεται μεταξύ 4-7%, με συχνότερη εκδήλωση στις γυναίκες μεταξύ 30-50 ετών.

Σκοπός: Η περιγραφή των κλινικοπαθολογικών χαρακτηριστικών (αιτιολογία, συμπτωματολογία), της διαγνωστικής προσέγγισης και της αντιμετώπισης του συνδρόμου Eagle.

Μέθοδος: Για την συγγραφή της παρούσας βιβλιογραφικής ανασκόπησης πραγματοποιήθηκε μελέτη της σχετικής βιβλιογραφίας των τελευταίων 5 ετών. Ως βάσεις δεδομένων χρησιμοποιήθηκαν οι ακόλουθες: PubMed, ScienceDirect, GoogleScholar και Scopus.

Αποτελέσματα: Η επιμήκυνση της απόφυσης ενδεχομένως να οφείλεται σε αντιδραστική υπερπλασία αυτής ή σε οστεοποίηση του βελονοϋοειδούς συνδέσμου. Η παθολογικά επιμηκυμένη απόφυση πιέζει παρακείμενες ανατομικές δομές, με αποτέλεσμα την εκδήλωση πληθώρας διαφορετικών συμπτωμάτων. Η διάγνωση της πάθησης τίθεται αφενός από την κλινική εξέταση του ασθενούς και αφετέρου από την πανοραμική ή, ακόμα καλύτερα, την τρισδιάστατη αξονική τομογραφία. Η συντηρητική θεραπευτική αντιμετώπιση του συνδρόμου περιλαμβάνει χορήγηση φαρμακευτικών σκευασμάτων, ωστόσο η οριστική λύση επιτυγχάνεται με τμηματική χειρουργική εκτομή της απόφυσης (με ενδοστοματική διααμυγδαλική προσπέλαση ή με διατραχηλική).

Συμπεράσματα: Η ορθή διάγνωση του συνδρόμου είναι εξαιρετικής σημασίας, ώστε να οδηγηθεί ο ασθενής σε σωστό πρωτόκολλο διαχείρισης της εκάστοτε συμπτωματολογίας. Η λεπτομερής λήψη ιστορικού, η κλινική και ακτινολογική εξέταση αποτελούν τα εργαλεία για τον καθορισμό της διαφορικής διάγνωσης και, εν συνεχεία, της τελικής διάγνωσης. Θεραπεία εκλογής σε ήπια συμπτωματολογία θεωρείται η φαρμακευτική αγωγή, ενώ οριστική θεραπεία φαίνεται να αποτελεί η χειρουργική αφαίρεση τμήματος της βελονοειδούς απόφυσης συμβατικά (η ρομποτική χειρουργική μελλοντικά θα μπορούσε να αποτελέσει τη βέλτιστη επιλογή). Απαιτείται ο ιατρός να γνωρίζει το σύνδρομο και να είναι υποψιασμένος σε περιπτώσεις ιδιοπαθούς ετερόπλευρου τραχηλοπροσωπικού πόνου που δεν υποχωρεί με αναλγητικά.

Όλες οι Περιλήψεις Maxillofacial Surgery